проходимый - ορισμός. Τι είναι το проходимый
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι проходимый - ορισμός


проходимый      
прил.
Доступный для прохода, для переправы.
ПРОХОДИМЫЙ      
доступная для прохода.
Проходимые болота.
проходимый      
ПРОХОД'ИМЫЙ, проходимая, проходимое; проходим, проходима, проходимо.
1. прич. страд. наст. вр. от проходить
1 (см. пройти
во 2, 5, 9, 11, 12 и 17 ·знач. ).
2. Доступный для прохода, переправы (спец.). Это болото вполне проходимо.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για проходимый
1. - Испанский "Вильярреал" - проходимый для "Зенита" соперник?
2. Киевскому "Динамо" тоже достанется вполне проходимый соперник.
3. Довольно проходимый, но при этом не без стилевых изысков.
4. Надежный и проходимый - спасибо шасси от пикапа Mitsubishi L200.
5. "Проходимый" округ ; Сейчас везде по городу реконструируют важные трассы.
Τι είναι проходимый - ορισμός